Το παχύ έντερο ή κόλον, αποτελεί το κατώτερο τμήμα του πεπτικού συστήματος και έχει μήκος περίπου από 1μ έως και 3μ. Το παχύ έντερο είναι υπεύθυνο για την απορρόφηση του νερού και των ηλεκτρολυτών, την μετατροπή των άπεπτων τροφών σε κόπρανα, καθώς και για την αποθήκευση αυτών μέχρι την αφόδευση τους. Το μόνο έκκριμα του είναι η βλέννη.
Το παχύ έντερο αποτελείται από το τυφλό, την σκωληκοειδή απόφυση, το ανιόν κόλο, το εγκάρσιο κόλο, το κατιόν κόλο, το σιγμοειδές, το ορθό και το πρωκτό. Οι παθήσεις του παχέος εντέρου είναι: Εκκολπωμάτωση, Συστροφή, Ισχαιμική κολίτιδα, Αγγειοδυσπλασία, Φλεγμονώδεις παθήσεις (Ελκώδης Κολίτιδα, Νόσος Crohn), Πολύποδες.
Καρκίνος παχέος εντέρου
Είναι από τους πιο συχνούς καρκίνους στον άντρα μετά από τον καρκίνο τουπνεύμονα, και στις γυναίκες μετά του μαστού. Οι παράγοντες που ευνοούν την ανάπτυξη του, είναι η διατροφή με λίπη και ζωικά λευκώματα, η κληρονομικότητα, η νόσος Crohn, η Ελκώδης κολίτιδα, Πολυποδίαση. Ο καρκίνος εμφανίζεται σε ποσοστό 35% στο ορθό, 26% στο σιγμοειδές, 22% στο ανιόν, 12% στο εγκάρσιο και 5% στο κατιόν. Η διασπορά γίνεται κατά συνέχεια ιστών, με την λεμφική οδό, με αιματογενή διασπορά σε ήπαρ, πνεύμονες, οστά, και ελεύθερα στην περιτοναϊκή κοιλότητα.
Συμπτώματα & διάγνωση
Τα συμπτώματα με τα οποία εκδηλώνεται είναι:
- Στο ανιόν αναιμία, άλγος στη δεξιά πλάγια κοιλία και 10% ψηλαφητή μάζα.
- Στο κατιόν βλεννοαιματηρές κενώσεις, απόφραξη, ψηλαφητή μάζα.
- Στο ορθό αποβολή αίματος με τα κόπρανα, τεινεσμός, αίσθημα ατελούς αφοδεύσεως.
Η διάγνωση γίνεται με δακτυλική εξέταση, με ενδοσκόπηση (κολονοσκόπηση), με αξονική τομογραφία (CT), με μαγνητική τομογραφία (MRI) και η εξέλιξη στις απεικονιστικές τεχνικές είναι η VIRTUAL COLONOSCOPY όπου ανώδυνα ελέγχεται όλο το μήκος του παχέος εντέρου. Κάθε ενήλικας μετά το 50ο έτος, θα πρέπει να υποβάλλεται σε προληπτικό έλεγχο του παχέος εντέρου με κολονοσκόπηση.
Θεραπεία
Η θεραπεία είναι η χειρουργική εκτομή ή αλλιώς κολεκτομή, του πάσχοντος τμήματος του παχέος εντέρου ή και ολόκληρου. Η εξέλιξη όμως της χειρουργικής σε συνδυασμό με την υψηλή τεχνολογία του 21ου αιώνα, μας δίνει την δυνατότητα στην χειρουργική του παχέος εντέρου να επέμβουμε με τον ελάχιστο δυνατό τρόπο (ελάχιστα επεμβατική χειρουργική). Έτσι έχουμε την λαπαροσκοπική κολεκτομή, όπου στη χειρουργική του παχέος εντέρου, τα πλεονεκτήματα υπερέχουν κατά πολύ για τον ασθενή, έναντι της ανοικτής χειρουργικής.
Η χειρουργική εμπειρία με μεγάλη σειρά λαπαροσκοπικών κολεκτομών, μας δίνει τη δυνατότητα για ασφαλή, ογκολογικά χειρουργεία, και πλήρη εκτομή του όγκου με λεμφαδενικό καθαρισμό, λόγω της μεγέθυνσης που παρέχει η λαπαροσκόπηση και του ευκρινέστερου εγχειρητικού πεδίου.
Η γρήγορη έξοδος από το νοσοκομείο και η σημαντική μείωση του μετεγχειρητικού πόνου, συνηγορούν για την σπουδαιότητα της λαπαροσκοπικής κολεκτομής με μεγάλα οφέλη για τον ασθενή.
Ασθενείς, οι οποίοι υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση του παχέος εντέρου, συχνά αντιμετωπίζουν μία μεγάλη και δύσκολη περίοδο ανάρρωσης, γιατί οι κλασικές “ανοιχτές” επεμβάσεις είναι πολύ εκτεταμένες.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο χειρουργός αναγκάζεται να κάνει μεγάλη τομή. Η μετεγχειρητική παραμονή του ασθενούς στο νοσοκομείο είναι από πέντε έως οκτώ ημέρες κατά μέσον όρο και συνήθως απαιτείται μία περίοδος ανάρρωσης έξι εβδομάδων.
Η λαπαροσκοπική κολεκτομή σήμερα, είναι μία μέθοδος που επιτρέπει στο χειρουργό να κάνει την επέμβαση με πολύ μικρές τομές. Αναλόγως του είδους της επέμβασης, οι ασθενείς μπορούν να επιστρέψουν σπίτι τους σε λίγες ημέρες και στις κανονικές τους δραστηριότητες, πολύ πιο γρήγορα από ασθενείς οι οποίοι έχουν υποβληθεί σε “ανοιχτή” επέμβαση.
Πλεονεκτήματα της λαπαροσκοπικής κολεκτομής:
- Ελάχιστο τραύμα.
- Περιορισμένη καταστροφή ιστών από την στιγμή που υπάρχει μικρό χειρουργικό τραύμα.
- Μεγέθυνση του χειρουργικού πεδίου και προβολή αυτού σε οθόνη έτσι ώστε ο χειρουργός να εργάζεται με “ακρίβεια μικροσκοπίου”.
- Ελάχιστη απώλεια αίματος με αποτέλεσμα μικρότερο ποσοστό μεταγγίσεων.
- Μικρότερο ποσοστό ενδοκοιλιακών συμφύσεων.
- Αποφεύγονται οι μετεγχειρητικές κήλες (λόγω του μικρού χειρουργικού τραύματος).
- Μικρότερος μετεγχειρητικός πόνος.
- Έλλειψη μετεγχειρητικών επιπλοκών όπως διαπύηση ή διάσπαση του χειρουργικού τραύματος.
- Λιγότερες καρδιοαναπνευστικές επιπλοκές έτσι ώστε να επιτρέπει και σε ασθενείς με επιβαρυμένη κατάσταση υγείας να μπορούν να χειρουργηθούν.
- Ταχύτερη κινητοποίηση, ανάρρωση του ασθενούς και επάνοδο στην εργασία του.
- Μικρότερο κόστος νοσηλείας.
- Καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα.
- Έλλειψη επαφής με το αίμα του ασθενούς, προφυλάσσοντας την χειρουργική ομάδα από την μετάδοση ιογενών λοιμώξεων.